Koh-i-Noor

Mες στους οδοστρωτήρες των μαγαζιών μέσα στων λαχανόκηπων τους κυκλώνες»
Αμοργός, Νίκος Γκάτσος
Σύντομα, τα τεράστια χέρια μας δε θ'ακουμπάνε νομίζω θα ρυθμίζουν μόνο λάμπες και πλήκτρα σα δάκρυα. Θα χωριστούν οι άδολοι σε επτά χαλκόχρωμα πετρώματα γιατί οι ανάγκες είναι ορυκτά αρπακτικά. Τα σύνορα θα δεθούν με χειραψία διπρόσωπη σα σκορπισμένη στο πρίσμα του νόμου γιατί «καθένας, όπου κι αν βρίσκεται, έχει δικαίωμα στην αναγνώριση της νομικής του προσωπικότητας.»
Ένας δούλος επειδή δεν είχε κανένα λόγο βίασε μια νομική προσωπικότητα, ήταν η υποταγή στις πατρικές εντολές. Έστειλε τιμή και ντροπή στις εκβολές της Λήθης. Με τα τεράστια χέρια του.
Για χάρη της βιασμένης Ανέγγιχτης πρασίνησαν όλα τα διαμάντια της Ανατολής. Η οργή κι η σιωπή την ίδια ώρα παλεύουν τους προύχοντες την ίδια ώρα σε φυλλάδια βγήκε μια Διακήρυξη που καταρρίπτει τα πάντα των πάντων γιατί «καθένας έχει το δικαίωμα να εγκαταλείπει οποιαδήποτε χώρα, ακόμα και τη δική του, και να επιστρέφει σ' αυτή.»
Φύγε.
Επέστρεφε.
Mα το τείχος. Το αόρατο και ορατό. Πώς να περάσω;
Ο μονόδρομος στην αρχή του έχει μια πόρτα σαν πύλη με δυο σκουριασμένους χαυλιόδοντες κι ένας άλλος δούλος τραβά τις αλυσίδες που τρίζουν - θα κάνουμε τσουλήθρα εκεί στο υπόσχομαι. Σα μαιμουδάκια οι δυο μας θα πίνουμε κόκα κόλα και ουίσκι απ'τους τουρίστες κλεμμένο γιατί ο ναός μας η πύλη ο δρόμος είναι στον οδηγό. Θα ξεφύγουμε απ'τα νύχια των άδολων δούλων και θα βρούμε την Πεφωτισμένη Ανέγγιχτη Ρήγισσα.
Ο Χανουμάν κι ο Γκανέsh (αλλιώς δεν ακούγεται) σαν ελεύθεροι ανεξάρτητοι παρατηρητές κόβουν τα σύνορα γιατι διάβασαν πως βρίσκονται υπό εξαφάνιση. Μια καταστροφή οι άδολοι πιστεύουν και θέλουν να έρθει κι άλλος πόλεμος πιο πόλεμος από τους άλλους γιατί τώρα άλλα πιο ακριβά ορυκτά -
τότε ο Χανουμάν κι ο Γκανέsh ένα πράγμα θα κάνουν κι ελπίζω αυτό. Θα μπουν στον Πύργο να ελευθερώσουν το Βουνό του Φωτός κι εκείνο σοφό γιατί δέσμιο θα σπάσει τον εαυτό του με μια λάμψη σα γέννα κι έτσι θα σταματήσουν τα όπλα γιατί θ'αρχίσουν
Φύγε.
Επέστρεφε.
Mα το τείχος. Το αόρατο και ορατό. Πώς να περάσω;
Ο μονόδρομος στην αρχή του έχει μια πόρτα σαν πύλη με δυο σκουριασμένους χαυλιόδοντες κι ένας άλλος δούλος τραβά τις αλυσίδες που τρίζουν - θα κάνουμε τσουλήθρα εκεί στο υπόσχομαι. Σα μαιμουδάκια οι δυο μας θα πίνουμε κόκα κόλα και ουίσκι απ'τους τουρίστες κλεμμένο γιατί ο ναός μας η πύλη ο δρόμος είναι στον οδηγό. Θα ξεφύγουμε απ'τα νύχια των άδολων δούλων και θα βρούμε την Πεφωτισμένη Ανέγγιχτη Ρήγισσα.
Ο Χανουμάν κι ο Γκανέsh (αλλιώς δεν ακούγεται) σαν ελεύθεροι ανεξάρτητοι παρατηρητές κόβουν τα σύνορα γιατι διάβασαν πως βρίσκονται υπό εξαφάνιση. Μια καταστροφή οι άδολοι πιστεύουν και θέλουν να έρθει κι άλλος πόλεμος πιο πόλεμος από τους άλλους γιατί τώρα άλλα πιο ακριβά ορυκτά -
τότε ο Χανουμάν κι ο Γκανέsh ένα πράγμα θα κάνουν κι ελπίζω αυτό. Θα μπουν στον Πύργο να ελευθερώσουν το Βουνό του Φωτός κι εκείνο σοφό γιατί δέσμιο θα σπάσει τον εαυτό του με μια λάμψη σα γέννα κι έτσι θα σταματήσουν τα όπλα γιατί θ'αρχίσουν
να πενθούν τα πετρώματα.
Θα το ακούσουμε στο υπόσχομαι. Μια μέρα στο μικρό μας περιβόλι που θα έχω φυτέψει τα κουμπιά των ονείρων μας θα έρθει απ'το ραδιόφωνο μια φωνή. Και θα σ'ακουμπήσω στο πρόσωπο και θ'ακουμπήσω το χέρι σου όπως ποτέ με τα μικρά μου χέρια γιατί δεν έχω άλλο πιο σημαντικό ρήμα απ'αυτό.
Θα το ακούσουμε στο υπόσχομαι. Μια μέρα στο μικρό μας περιβόλι που θα έχω φυτέψει τα κουμπιά των ονείρων μας θα έρθει απ'το ραδιόφωνο μια φωνή. Και θα σ'ακουμπήσω στο πρόσωπο και θ'ακουμπήσω το χέρι σου όπως ποτέ με τα μικρά μου χέρια γιατί δεν έχω άλλο πιο σημαντικό ρήμα απ'αυτό.
No comments:
Post a Comment