Βγάλ'την αφίσα, Κεμπαμπτζή
[Υποσημείωση: Το κεμπάμπ είναι διαφορετική λεκτική κατηγορία από το σουβλάκι, άρα και ο 'κεμπαμπτζής' δικαιούται υπόσταση σαν επάγγελμα, αντί του 'σουβλατζή']
Σίγουρα έχει να κάνει με το κόκκινο κρασί. Κάτι σε πιάνει, μια τρομερή ευφράδεια που καταδιώκει κρέας. Ότι κρέας να'ναι. Η μπύρα είναι χειρότερη στη λύσσα, μα λιγότερο αποδοτική στο σπίνινγκ.
Φτάνω ένα βράδυ, δε θυμάμαι πως, με χέρια, πόδια και μάτια δαρμένα, στο μικρό 'Kurdish Delight'. Με ξέρουν, ό,τι είμαι λόκαλ δηλαδή, πηγαίνω εκεί εδώ και χρόνια. Αυτό με το κεμπάμπ το κάνω δυο με τρεις φορές το χρόνο, σαν ανάποδη νηστεία, αμαρτωλό τελετουργικό. Δεν έχω καταλάβει ακόμα γιατί, μάλλον επειδή δεν νομίζω ότι έχω πάει ποτέ εντελώς νηφάλιος. Με χαιρετάνε και οι δύο, και δε θυμάμαι τα ονόματα τους. Όταν είχα πρωτοπάει με είχαν ρωτήσει 'Where you from, boss? France? Spain?'. 'Greece' τους είχα πει και πιάσαμε την κουβέντα. Καλημέρα και καλισπέρα μου λέγανε. Θυμάμαι πως παρατήρησα μια αφίσα του Οτσαλάν, εκεί δίπλα στις τιμές και τις εικόνες με το φαγητό. Ακριβώς από κάτω του ήταν το βρώμικο λάδι που τηγάνιζαν τις πατάτες. Κάτι πρέπει να ανέφερα για το PKK, διάφορα περί Τουρκίας, Ιράκ, πολέμου, πατρίδας, πότε φύγανε, γιατί. Δεν ξέρω πως τα καταφέρνω πάντα να υποδύομαι ότι είμαι από παντού, και γιατί οι άνθρωποι που μου μιλάνε έχουν τη συνήθεια να μου λένε πράγματα σα να με ξέρουν από παλιά. Ορισμένες φορές σκέφτομαι πως δεν είμαι εγώ αυτός στον οποίο μιλάνε οι άλλοι άνθρωποι, αλλά το ύφος μου. Άλλο αυτό, άλλο εγώ. Κι όμως, ο κόσμος ανταποκρίνεται σαν ενδιαφερόμενος ακροατής σ'αυτά που λέω, χωρίς εγώ να το παίρνω και πολύ χαμπάρι. Τελευταία ζει στο μυαλό μου η φράση του Βιτγκενστάιν για την αρρώστεια της γλώσσας. Είναι δύσκολο πράγμα να μην μπορείς νάκούσεις τη μιλιά σου γιατί δε σ'αφήνει ο εσωτερικός σου διάλογος/διάολος.
Που ήμουν; Α ναι, στον Οτσαλάν. Τα λέγαμε εκεί λοιπόν με τα παιδιά πίσω από το γυαλιστερό κεμπαμποκάουντερ και γύρω μεθυσμένοι Άγγλοι και Αυστραλοί ντυμένοι σκούλ ντίσκο ακόμα και στα 35 τους, οι περισσότεροι με κοιλάρες, φαλάκρες, αστακοδέρμα και το χέρι περασμένο στη μέση της γκόμενας. Η γκόμενα τρακαρισμένο τσόκαρο να μην μπορεί να σταθεί στα πόδια της μα να φωνάζει για τη μαγιονέζα στο κεμπάμπ, πόσο τη σιχαίνεται και πόσο δεν τη θέλει. Τον λέει 'Μουσταφά' χωρίς να ξέρει αν είν'αυτό τ'όνομά του. Την αγνοεί. Έχουν μαζευτεί απ'έξω σαν τις ύαινες κι άλλοι κουρελιασμένοι πελάτες. 'Έτοιμος, μπός' μου λέει, και βγάζω τα λεφτά απ'την τσέπη άτσαλα κι αμήχανα, χαμένος λογοτέχνης που μετρά τις μικρές του λίρες που έβγαλε δουλεύοντας για την καφετέρια πιο πάνω. Αυτόν τον λογοτέχνη αλήθεια δεν ξέρω τί θα τον κάνω, μου 'χει βγάλει την πίστη. Μπορεί μια μέρα να τον ακουμπήσω κάπου και να τον ξεχάσω εκεί. Μπορεί και να βρει το δρόμο πίσω σα χαμένος σκύλος.
Φεύγω. Πάω να φάω. Πάντα περπατάω την ανηφόρα, κι ας είμαι λίγο ντίρλα. Νόμιζω μόλις χτύπησα έναν κάδο. Πιάστηκε το πόδι μου σ'ένα κακοφτιαγμένο κομμάτι του πεζοδρομίου. Παραλίγο να πέσει το κεμπάμπ, και τότε τί; Πώς θα ζήσω χωρίς αυτό;
Περίπου δυο χρόνια μετά πρέπει να ξαναπήγα πάλι για κεμπάμπ στο ίδιο μέρος, αυτή τη φορά νηφάλιος. 'Πού είσαι ρε μπός, καιρό έχουμε να σε δούμε', λέει εύθυμα το παιδί. Κάτι πρέπει να του μουρμούρησα για διατροφή, δουλειά, διάβασμα, χρόνο, λεφτά, σκοτούρες. Κατάλαβε και κούνησε το κεφάλι του. Τότε κοίταξα ψηλά να δω τον ηγέτη πάνω απ΄τις πατάτες, μα ήταν άφαντος. 'Που κρύφτηκε ο Οτσαλάν;΄του λέω. 'Άσε' λέει, 'είχαμε πρόβλημα, μπαντ φορ μπίζνες'. 'Οι Άγγλοι νομίζανε πως ήταν ο Σαντάμ...'
Τον κοίταξα και δεν μπορούσα να συγκρατήσω τα γέλια μου. Μου έκοψε μια λίρα γιατί τον έκανα και γέλασε. Στο δρόμο πίσω σκέφτηκα πως είναι πρόβλημα να παρέχεις υπηρεσίες, ειδικά φαγητό. Οι πελάτες σου, όποια κι αν είναι η αλήθεια, η ουσία των πραγμάτων, η πολυπλοκότητα της καταγωγής σου, του νόστου σου, της πολιτικής σου, θα έχουν πάντα δίκιο. Και πάντα εσύ θα είσαι αυτός που θα κατεβάζει την αφίσα.
3 comments:
Τον λογοτέχνη εμπιστεύσου τον. Θα ψαχτεί λίγο στα μονοπάτια του, αλλά όλο εκεί κοντά σου θα τριγυρνάει. Μπορεί μια μέρα, να την κάνει για τα καλά, να φύγει. Μπορεί και να πάρει την απόφαση να μείνετε μαζί. Άσ' τον λέφτερο.
Την αφίσα τη κατεβάσαμε νωρίς, οι περίσσοτεροι από εμάς. Εσύ την δική σου;
[λάβλυ...
συμφωνώ και επαυξάνω με την ως άνω πρώτη παράγραφο - όσο γιά τη δεύτερη: οι αφφίσσες τό 'χουν αυτό το κακό [;]: πρέπει κάποια στιγμή να κατεβούν...
τον 'λογοτέχνη' κι αν τον αφήσεις εσύ, θα τον βρούμε εμείς [και θα σ' τον κρατήσουμε] ;-)
παράκλησις, δόου: 'γυρνώντας σπίτι' [αντίς 'στο δρόμο πίσω']
:-)
;-)
υ.γ. οφείλω όμως να δηλώσω ότο το word verification μου λέει: zuuuale]
Pat - Ναι κι εγώ έτσι λέω για το λογοτέχνη. Όσο για αφίσα, για πολύ καιρό δεν είχα καμμία, μόνο χαρτιά και φωτογραφίες σα σημειώματα στον τοίχο.
Μόνκ - Ευχαρίστω για τη διόρθωση - το είδα την επόμενη μέρα, αλλά δεν το άλλαξα. Σκέφτηκα πώς, θα είχε πλάκα να εκτιμήσω τη μέθη μου, που μου φανέρωσε έναν 'δίγλωσσο' τόπο. 'On the way back'. :)
υ.γ. Τούτο το ιστολόγιο, όντας σημειωματάριο, μπορεί μια μέρα να πει και zuuuale zuuuale zuuuale. :)
Post a Comment