ΦεστιβάλΚαλά είσαι. Σαν αποστάτης προσωρινός καταφεύγεις στις παραδόσεις που ταιριάζουν. Δεν ενοχλεί ούτε πειράζει. Είναι μόνο ένας ακόμα διωγμός που έμεινε και μετά τελειώσαμε. Διστάζεις επειδή δεν έχεις δει ακόμα τίποτα μα μη σκας. Καλά είσαι. Έχει σκαλιά εκεί που θα πας και πολλά άσπρα μαλλιά να ζαλίζονται. Αγανάκτηση είναι αλλά μην το πεις σε κανέναν. Κοιμήσου. Κοιμήσου σε παρακαλώ στο πλάι. Αύριο έχουμε επισκέψεις και θα είναι γεμάτο το σπίτι. Τί θα μαγειρέψεις; Το γκάζι στο τέσσερα, κρέμασε την αφίσα θυμήσου τον Ken Saro-Wiwa και το τζάκι καθάρισε με γάντια.
Θα το κάνω φεστιβάλ το διαμέρισμα μου για να σε βοηθήσω με τις αλλαγές. Θα έρθει κόσμος από όλο τον κόσμο και όλοι θα χαμογελάνε και θα μιλάνε και κανένας δε θα ξεχάσει τα γενέθλια του διπλανού του. Θα χορέψουμε ως το πρωί με κόκκινα μάτια και ναρκωτικά θα πηγαίνουν από στόμα σε στόμα φιλιά. Είναι φήμη ότι το σώμα σταματά όταν κουραστεί. Κρασί θα φέρει αργεντίνικο η Φωτιά και η βασίλισσα της Βαβυλώνας ιρακινό φαγητό. Ο Ζωγράφος υποσχέθηκε λουλούδια απ'το Κασμίρ άσπρα και μπλε, τέτοιο μπλε που δεν έχεις ξαναδεί. Η Μποαντισέα προσφέρθηκε για μηλίτη άγριο από την άκρη της Κορνουάλης για να έχεις δύναμη όταν έρθουν οι Ρωμαίοι. Θα τραγουδήσει ο Ύπνος τραγούδια ερωτικά για την Αυγή με μια κιθάρα ισπανική και άρπα βροχερή. Όλοι θα μοιραστούν την ιστορία τους, για να μάθουμε υπομονή. Ευχαριστώ θα πεις στα Αλεξανδρινά σου ελληνικά και λόγο θα βγάλεις στο τέλος της βραδιάς γλυκόπικρο μαζί με τον καφέ. Θα φύγουν ευχαριστημένοι γιατί δε θα έχεις πει ψέμματα μικρέ αποστάτη. Θα μείνουμε οι λίγοι να φυλάμε τα μυστικά που γυρίζουν τροχούς στα εργοστάσια. Πιάτα και ποτήρια παντού και ηρεμήσαμε στις στάχτες και το κάρβουνο που σιγοσβήνει.
Παραγκωνισμένα τα πέλματα μου γιατί περπάτησα παντού δειλά. Πήρες τηλέφωνο; Δεν άκουσα συγνώμη ήμουν απασχολημένος στο βαγόνι σαν παιδί και τον άγγιζε ο ώμος μου. Σ'αυτές τις θέσεις έχουν κάτσει άλλοι πριν από μας και το ξέρει η μνήμη μα το ξεχνάει ο σφυγμός. Μόνο σήμερα άλλαξε η ζωή γιατί είμαστε νέοι, καινούργιοι και αποπροσανατολισμένοι. Σε τί πιστεύεις; Ναι, αλλά πέρα από αυτό, για τί προσπαθείς; Πόσες διαταγές άκουσες σήμερα;
Συγχώρεσέ με δεν έχω καταλάβει ακόμα που βρίσκομαι. Καλά είσαι. Ένας ακόμα διωγμός και τελειώσαμε.
Κέδρος Αυτή η πρόταση δεν είναι αρκετή. Δε χωράει τις επιθυμίες μου, ούτε τις ανατροπές τους. Σταδιακά, θα εγκαταλείψω τις αποστάσεις που κρατάω κρυφές δίχως αναστολές. Δε μένουν οι προτάσεις οι μετέωρες στις πέτρες. Μιαν άλλη ώρα, θα πω αυτά που έχω πιεί στο μπαρ σε εκείνη τη γυναίκα που βλέπω στο πάρκο, έτσι αλλοπρόσαλα που κάθεται στο παγκάκι αφιερωμένο στον νεκρό της. Στην πόλη σκαρφαλώνω στα δέντρα και κλέβω μήλα όπως μου έμαθε μια μέρα -ποιός; Δε σε θυμάμαι. Δε θέλω. Εσένα που ήθελες να βάζεις βόμβες και να τις ακούς να σκάνε. Και τώρα κοίτα, τέρατα σχήματα ερωτηματικά βγαίνουν στην τηλεόραση κι όλοι φοβούνται τις προσευχές στο τραίνο.
Είναι απλούστευση η εμμονή μου η απλά τετριμμένη αδυναμία; Δε θα μάθω, και για χρόνια θα με τυραννάει η Πηνελόπη με το γαμημένο της τον αργαλειό. Είναι εμπεριστατωμένο, είδα και ειδικό, με γυαλιά και μισητό στόμα και μάτια σα χωρίς βλέφαρα. Συνήλθα όμως στη σιωπή του ποταμού με την ομίχλη και το φεγγάρι, και το μικρό νευριασμένο ποιητή να προσπαθεί να με κεντρίσει χωρίς να έχει καταλάβει ότι εγώ ξέφυγα με σημάδια από τα βράχια και γι'αυτό. Λάμπει το μίσος μου.
Χθες και μήνες πριν με ξεσήκωσε μια προτροπή κι ένας ήχος που δεν ήξερα. Πρώτα οι σειρήνες από τα περιπολικά και μετά τα βότσαλα που χλιμιντρίζουν στις ακτές. Όπου κι αν πάω με βλέπει η θάλασσα να χάνομαι και να σε βρίσκω. Πάλι εσύ. Τα γράφω αυτά και σταματώ εκεί που δεν πρέπει. Εγώ είμαι κι εσύ είσαι. Ένα πρωί στη νότια Κρήτη σηκώθηκα στην άμμο, φίλησα τον κέδρο και έφαγα μέλι με ταχίνι και καρύδια με φίλους απ'το βορρά. Θα σε πάω εκεί κι ας μην αναγνωρίζω ότι κρατάω τους χάρτες ενός άλλου τόπου πιο μακριά από μας. Είναι τάμα στην κουρασμένη μου ελπίδα, την αγία των τάφων στις σπηλιές. Θα δροσιστούμε για να ξεχάσουμε τι βρίσκεται πίσω απ'τον ορίζοντα κι ας μυρίζει η άμμος πνιγμό. Μα θα σε πάω, μέσα απ'τα βουνά και τα φαράγγια.
Στάσου μικρέ αποστάτη, ποιόν αποφάσισες απόψε να θυμηθείς και ποιά χέρια κρατάς; Αφού εσύ δεν έχεις ιδέα πως να πολεμάς μα μόνο με τις λέξεις. Μπορείς να πεις 'ριζικό' στη γλώσσα σου; Κι αν φταίμε σήμερα, αύριο πώς θα μιλήσουμε;
Βδέλες και οι φωτογραφίες που πολλαπλασιάζονται στον τοίχο τυχαία. Εκθέτω τα βράδυα και τις Κυριακές. Στάμπα στο μπράτσο ήταν με σύμβολα και αριθμούς στους ασπρόμαυρους εφιάλτες. Το είδα στο πρόσωπό του γερασμένο και θαρραλέο κι όχι σαν το δικό μου. Σε λίγο. Θα περάσει η ώρα απαρατήρητη στάλα, άτσαλα. Καραδοκούν τα βήματα στους δρόμους, γκρι χαράματα κι η βροχή μάνα χωρίς παιδιά. Την κλέβει λέει ο θεός ασταμάτητα. Κι έτσι πέφτει πάνω μου λυσσασμένη, να μου θυμήσει ό,τι δεν ξεχνάει εκείνη.
Αλλά εσύ είσαι ακόμα εδώ, και κάπως νομίζω περιμένεις. Και η μουσική που στριφογυρίζει μαύρος κύκλος γίνεται ασπίδα από χαλκό κι ασήμι χάρισμα. Και πολύτιμη πέτρα στη μέση, πράσινη κέλτικη. "Έρχονται, τ'ακούς;" σα να λες. Κι εγώ βάζω ψωμί, νερό και σπίρτα σε μια τσάντα και περιμένω να φύγουμε. "Έλα να περπατήσουμε παντού" θέλω να πω. Κι ας βρούμε τα ίδια πρόσωπα, δικά μας κι άλλων. Γύρω απ'τη φωτιά καθισμένες είναι οι σκιές μας. Λένε θα χαράξουν τις προτάσεις τις μετέωρες στις πέτρες.
Χριστούγεννα (more to come)
Sunday, February 11, 2007
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
2 comments:
Ποιος είναι ο αποστάτης της ψυχής μέσα σε μια βροχή από άσφαλτο ονείρων και ουσιών; ένα πάρτυ στην Αγγλία, ξεκίνησε, και καταλήξαμε εμείς κι εμείς, και τα μυστικά μας, ενοχές ή ανοχές, ακόμα δεν έχω καταλάβει...
Σε χαιρετώ...
Ο αποστάτης είναι ο μικρός που προσπαθεί να καταλάβει γιατί όλα πρέπει να φεύγουν τόσο γρήγορα...:-)
Χαιρετισμούς κι από το Λονδίνο!
Post a Comment