Friday, June 02, 2006

Καισαριανή, ιδρώνω. Καισαριανή, ασφυκτιώ. Καισαριανη, αναγουλιάζω.

"Με είχανε βάλει στο ζυγό είκοσι ολόκληρα χρόνια με τη θέληση μου (αυτό είναι το χειρότερο), για να καταλήξω εδώ μπροστά σε μια σειρά άχρηστα πράγματα, κατά τη γνώμη μου, ή που, κι αν είναι χρήσιμα, π'ανάθεμά τα, δεν αξίζουν όσο αυτή η υπόθεση που λέγεται ζωή και νιάτα. Τα καλύτερα χρόνια τα σπατάλησα σαν το μερμύγκι, κουβαλώντας και σιάχνοντας αυτό το κωλόσπιτο, οικοδομώντας τελικά αυτόν τον μπιντέ, είκοσι χρόνια μου κατάπιε η καταβόθρα του, κι εγώ τώρα έχω μείνει στυμμένο λεμόνι, σταφιδιασμένο πρόσωπο, για έναν μπιντέ.
Με τέτοιες σκέψεις τράβηξα το καζανάκι και μετά πήγα στο παράθυρο ν'αναπνεύσω λιγάκι, ν'ακούσω τον ήχο της πόλης. Από παντού ερχόταν ένας παράξενος θόρυβος. Δεν ήταν ο γνωστός θόρυβος απ' τ'αυτοκίνητα. Άλλου είδους αυτός: ένα επίμονο πλατς πλατς σκέπαζε κάθε άλλη βοή. Έστησα αυτί και κατάλαβα. Όλο το λεκανοπέδιο της Αττικής είχε μεταβληθεί σ'έναν απέραντο μπιντέ κι είχαμε καθίσει όλοι επάνω και πλενόμασταν, πλενόμασταν, πλενόμασταν, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες καζανάκια, χύνοντας καταρράκτες νερού, χαιρετούσαν την πρόοδό μας."

Μάριος Χάκκας 'Ο Μπιντές'

2 comments:

homelessMontresor said...

Για αυτό δεν μένω Αθήνα! :-)

me said...

Έχεις ένα δίκιο... αν και η αρρώστεια της μπιντέασης συμβαίνει παντού...